17/12/09

Ανέκδοτο: Ο Μπάτμαν...



Αργοπίνοντας τό ποτό της, η ελεύθερη από τίς τρεις φίλες λέει: «Τήν περασμένη Παρασκευή, μετά τή δουλειά, πήγα στό γραφείο τοὐ φίλου μου που δούλευε ως αργά, φορώντας μόνο ένα δερμάτινο πανωφόρι. Πριν χτυπήσω τήν πόρτα, έβαλα μια μάσκα, άφησα τό πανωφόρι να γλιστρήσει από πάνω μου, κι έμεινα μέ ένα δερμάτινο κορσάζ, μαύρες κάλτσες νάυλον και ψηλά τακούνια. Ο φίλος μου ερεθίστηκε τόσο, που κάναμε παθιασμένο έρωτα πάνω στό γραφείο του.»

Η αρραβωνιασμένη αφήνει ένα νευρικό γελάκι και λέει: «Περίπου τά ίδια είχα κι εγώ! Όταν ο αρραβωνιαστικός μου ήρθε τήν Παρασκευή, μέ βρήκε να φοράω μια μαύρη μάσκα, δερμάτινο κορσάζ, μαύρες νάυλον κάλτσες και ψηλοτάκουνες γόβες. Ερεθίστηκε τόσο, που κάναμε έρωτα όλη τή νύχτα, και τώρα θέλει να επισπεύσουμε τήν ημερομηνία τού γάμου.»

Η παντρεμένη αφήνει αργά τό ποτήρι της στό μπαρ και λέει: «Εγώ τό σχεδίασα πολύ καλά. Άφησα τἀ παιδιά στή μητέρα μου, έκανα ένα αρωματισμένο μπάνιο, έβαλα ένα σφιχτό δερμάτινο κορσάζ, ζαρτιέρες και μαύρες νάυλον κάλτσες και δωδεκάποντες γόβες. Τελείωσα τήν προετοιμασία μου, μέ μια μαύρη μάσκα. Όταν ο άντρας μου επέστρεψε από τή δουλειά του, πήγε στό ψυγείο και πήρε μια μπύρα, πήρε τό τηλεκοντρόλ, μέ κοίταξε, κάθισε στόν καναπέ και είπε: «Δέ μού λες Μπάτμαν, τί έχει να φάμε για βράδυ;»